halt


halt
Προφορά

{hɔ:lt}

(Επίθετο)
● χωλός

(Ουσιαστικό)
● άλτ
● παύση
● σταμάτημα

(Ρήμα)
● αμφιταλαντεύομαι
● χωλαίνω
● σταματώ

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.