αποσυνάγωγος
Προφορά
Ετυμολογία
αποσυνάγωγος μεταγενέστερη ελληνική ἀποσυνάγωγος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αποσυνάγωγος -ος, -ον
✦ ο διωγμένος από την ιουδαϊκή Συναγωγή
✦ ο διωγμένος από οποιαδήποτε ομάδα, κοινότητα, απόβλητος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–