drainpipe Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply drainpipeΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/d/drainpipe.mp3{‘dreın,paıp} (Ουσιαστικό)● σωλήνας αποχέτευσης Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση