canonize Posted on 12 Ιουνίου 2019 by HonoLulu — Leave a reply canonizeΠροφοράhttps://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/agglika/mp3/c/canonize.mp3{‘kænə,naız} (Ρήμα)● κατατάσσω μεταξύ των άγιων● ανακηρύσσω άγιο● καθιερώνω● canon law (Ουσιαστικό)● εκκλησιαστικό δίκαιο● κανονικό δίκαιο Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση