bludgeon


bludgeon
Προφορά

{‘blʌdʒən}

(Ουσιαστικό)
● ρόπαλο
● στειλιάρι

(Ρήμα)
● ξυλοκοπώ
● κτυπώ με ρόπαλο
● πλήττω
● αναγκάζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.