χλαπαταγή


χλαπαταγή
Προφορά

Ετυμολογία
χλαπαταγή οχλοπαταγή

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η χλαπαταγή

✦ θόρυβος, φασαρία: άκουγες μια χλαπαταγή από άλογα κι από κορμιά που σέρνονταν χάμου στις πλάκες (Οδ. Ελύτης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.