χημειοσύνθεση
Προφορά
Ετυμολογία
χημειοσύνθεση χημεία + σύνθεση• από το └γαλλ┘ chimiosynthese
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η χημειοσύνθεση
✦ (βιοχημ.) παραγωγή οργανικών ουσιών υπό την επήρεια μιας πηγής χημικής ενέργειας
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–