φτωχόπαιδο
Προφορά
Ετυμολογία
φτωχόπαιδο φτωχός + παιδί
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το φτωχόπαιδο
✦ παιδί ή νεαρός από φτωχή οικογένεια: φτωχόπαιδο αυτός, βιοπαλαιστής από τα πιο μικρά του χρόνια (Γ. Θεοτοκάς)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
πλουσιόπαιδο
Επιρρήματα
–