φρακάρω


φρακάρω
Προφορά

Ετυμολογία
φρακάρω – Η ετυμολογία λείπει.

Ερμηνεία
φρακάρω

✦ ρ. (φρακάρ-ισα, -ίστηκα, -ισμένος) εμποδίζομαι να κινηθώ
✦ σφηνώνω: φράκαρε το παράθυρο και δεν άνοιγε

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.