αντιπροσωπεύω
Προφορά
Ετυμολογία
αντιπροσωπεύω αντιπρόσωπος
Ερμηνεία
└ρήμα┘ αντιπροσωπεύω
✦ είμαι αντιπρόσωπος, ενεργώ για λογαριασμό άλλου: τους εργαζόμενους της επιχείρησης αντιπροσώπευσε ένας κατώτερος υπάλληλος
✦ συγκεντρώνω τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός συνόλου: ένας ξένος κυρίαρχος, ο Τούρκος, αντιπροσώπευε τη μοναρχία και τη φεουδαρχία (Γ. Θεοτοκάς)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–