ανταλλάξιμος


ανταλλάξιμος
Προφορά

Ετυμολογία
ανταλλάξιμος ανταλλάσσω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ανταλλάξιμος -η, -ο

✦ που μπορεί να ανταλλαγεί
✦ ανταλλάξιμοι ως ουσ., πληθυσμοί μετακινούμενοι από χώρα σε χώρα, έπειτα από συμφωνία ανταλλαγής: οι περιουσίες των ανταλλαξίμων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.