ανορθόγραφος
Προφορά
Ετυμολογία
ανορθόγραφος ἀ στερητικό + ορθογράφος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ανορθόγραφος -η, -ο
✦ που δεν ξέρει ορθογραφία
✦ όχι σωστά γραμμένος: ανορθόγραφο κείμενο
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
ορθογράφος ,ορθογραφημένος
Επιρρήματα
ανορθόγραφα (Κ ανορθογράφως)