ράχη
Προφορά
Ετυμολογία
ράχη αρχαία ελληνική ῥάχις
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ράχη
✦ το πίσω μέρος του σώματος των ανθρώπων και των σπονδυλωτών ζώων, κατά μήκος της σπονδυλικής στήλης από τους ώμους ως τη λεκάνη ή την ουρά, πλάτη
✦ η σπονδυλική στήλη, η ραχοκοκαλιά
✦ (μτφ. ) η επίκυρτη ή οπίσθια επιφάνεια οποιουδήποτε πράγματος
✦ (για κάθισμα, καναπέ) το μέρος όπου αυτός που κάθεται ακουμπά την πλάτη του
✦ μέρος επιφάνειας όπου συναντιούνται δύο πλευρές
✦ η πλευρά στην οποία συρράπτονται τα τυπογραφικά φύλλα εντύπου
✦ κορυφογραμμή υψώματος
✦ ορεινή πλαγιά
✦ φρ. γυρίζω τη ράχη σε κάποιον, του φέρομαι με περιφρόνηση τον τρώει η ράχη του, προκαλεί να τον δείρουν έχει ογδόντα χρόνια στη ράχη του, είναι ογδόντα ετών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–