πρωκτίτιδα


πρωκτίτιδα
Προφορά

Ετυμολογία
πρωκτίτιδα πρωκτός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η πρωκτίτιδα

(ιατρ.) φλεγμονή του πρωκτού και του ορθού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.