ανευθυνοϋπεύθυνος
Προφορά
Ετυμολογία
ανευθυνοϋπεύθυνος ανεύθυνος + υπεύθυνος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο ανευθυνοϋπεύθυνος
✦ που αποφεύγει να αναλάβει τις ευθύνες που απορρέουν από τη θέση ή το αξίωμά του: η δημόσια διοίκηση έχει γεμίσει από ανευθυνοϋπεύθυνους
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–