άνεση


άνεση
Προφορά

Ετυμολογία
άνεση αρχαία ελληνική ἄνεσις

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η άνεση

✦ χαλάρωση
✦ ξεκούραση, ανάπαυση
✦ ευχέρεια, δυνατότητα
✦ πληθ. ανέσεις, ευκολίες, τα μέσα καλής, ευχάριστης διαβίωσης

Συνώνυμα

Αντίθετα
ένταση, τέντωμα
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.