παρασίτωση


παρασίτωση
Προφορά

Ετυμολογία
παρασίτωση παρασιτώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η παρασίτωση

(ιατρ.) παθολογική κατάσταση προκαλούμενη από την παρουσία και ανάπτυξη παρασίτων στον ανθρώπινο οργανισμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.