ξάνθωμα
Προφορά
Ετυμολογία
ξάνθωμα └αγγλ┘xanthoma
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το ξάνθωμα
✦ ο σχηματισμός υποκίτρινων κηλίδων ή ογκιδίων στο δέρμα εξαιτίας της εναπόθεσης λιπιδίων ή της τοπικής διαταραχής του μεταβολισμού της χοληστερίνης
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–