μπάλα
Προφορά
Ετυμολογία
μπάλα μεσαιωνική ελληνική μπάλα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η μπάλα
✦ μάζα σφαιροειδής
✦ ελαστική σφαίρα που χρησιμοποιείται στις αθλοπαιδιές, τόπι
✦ το ποδόσφαιρο
✦ βλήμα ντουφεκιού, βόλι: φρ. τον πήρε η μπάλα
✦ συσκευασμένο μεγάλο δέμα εμπορευμάτων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–