μονοθεσίτης Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μονοθεσίτηςΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μονοθεσίτης.mp3Ετυμολογίαμονοθεσίτης μονοθεσία Ερμηνείαουσιαστικό└αρσενικό┘ ο μονοθεσίτης ✦ θηλ. μονοθεσίτισσα ο κάτοχος μιας μόνο θέσης σε δημόσιο ή άλλο οργανισμό, σε αντιδιαστολή προς τον πολυθεσίτη Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–