μεσοβέζικος
Προφορά
Ετυμολογία
μεσοβέζικος ίσως από το └βενετ┘ mezo – vento (=άνεμος ενδιάμεσος)
Ερμηνεία
└επίθετο┘ μεσοβέζικος -η, -ο
✦ ενδιάμεσος
✦ (μτφ. ) όχι ξεκαθαρισμένος: μεσοβέζικες απόψεις – μεσοβέζικη πολιτική
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–