αφούντωτος
Προφορά
Ετυμολογία
αφούντωτος ἀ στερητικό + φουντώνω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αφούντωτος -η, -ο
✦ ο μη φουντωμένος, που δεν έχει πυκνό φύλλωμα
✦ (για φωτιά) που δεν αναδίνει ζωηρές και μεγάλες φλόγες
✦ (μτφ. ) ο μη ζωηρός, που δεν εντάθηκε ακόμη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–