αγγρίζω


αγγρίζω
Προφορά

Ετυμολογία
αγγρίζω μεσαιωνική ελληνική ἀγγρίζω

Ερμηνεία
ρήμα αγγρίζω

✦ ερεθίζω, εξαγριώνω: μην αγγρίζεις το σκυλί
✦ (για πληγή) ερεθίζω, αφορμίζω
✦ (για ζώα αμτβ.) βρίσκομαι σε κατάσταση οργασμού: αγγρίζουν τα κριάρια – είδαμε ένα αγγρισμένο τράγο που η βρόμα του μαγάρεψε τον τόπο (Π. Πρεβελάκης)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.