μαθητιώ Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply μαθητιώΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/4/μαθητιώ.mp3Ετυμολογίαμαθητιώ αρχαία ελληνική μαθητιάω-ῶ Ερμηνεία└ρήμα┘ μαθητιώ -άς, -ά ✦ είμαι μαθητής, μαθητεύω· εύχρ. στη φρ. η μαθητιώσα νεολαία, το σύνολο των μαθητών, των νέων που φοιτούν στα σχολεία Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–