αμπαρώνω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply αμπαρώνωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/αμπαρώνω.mp3Ετυμολογίααμπαρώνω αμπάρα + κατάλ. -ώνω Ερμηνεία└ρήμα┘ αμπαρώνω ✦ κλείνω την πόρτα με την αμπάρα ✦ αμπαρώνομαι, κλείνομαι σε χώρο που μου παρέχει ασφάλεια Συνώνυμαμανταλώνω, σφαλίζω Αντίθετα–Επιρρήματα–