κανονιοφόρος


κανονιοφόρος
Προφορά

Ετυμολογία
κανονιοφόρος κανόνι + φέρω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η κανονιοφόρος

✦ μικρό πολεμικό πλοίο εφοδιασμένο με ένα ή περισσότερα πυροβόλα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.