ηλεκτροφώτιστος


ηλεκτροφώτιστος
Προφορά

Ετυμολογία
ηλεκτροφώτιστος ηλεκτροφωτίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ηλεκτροφώτιστος -η, -ο

✦ που φωτίζεται με ηλεκτρικό φως: ηλεκτροφώτιστος δρόμος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.