ηλεκτροληψία
Προφορά
Ετυμολογία
ηλεκτροληψία ηλεκτρο- + λαμβάνω
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η ηλεκτροληψία
✦ (ιατρ.) μορφή της επιδημικής εγκεφαλίτιδας που εκδηλώνεται κατά την παιδική ηλικία και χαρακτηρίζεται από απότομα τινάγματα των μυών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–