ζαχαρένιος
Προφορά
Ετυμολογία
ζαχαρένιος ζάχαρη
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ζαχαρένιος -ια, -ιο
✦ φτιαγμένος από ζάχαρη
✦ (μτφ. ) γλυκός
✦ φρ. δεν χαλώ τη ζαχαρένια μου, διατηρώ την καλή μου διάθεση, τη βόλεψή μου: δεν θα χαλάσω και τη ζαχαρένια μου (Β. Μοσκόβης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–