δελτίο
Προφορά
Ετυμολογία
δελτίο αρχαία ελληνική δελτίον, υποκοριστικό του δέλτος
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το δελτίο
✦ έντυπο φύλλο χαρτιού που περιέχει πληροφορίες
✦ συνοπτική έκθεση που προέρχεται από αρχή ή υπηρεσία και που προορίζεται για ανακοίνωση: δελτίο ειδήσεων – δελτίο καιρού
✦ κάρτα με σημειώσεις
✦ δελτίο τροφίμων (κ. απλώς δελτίο), ειδικό έντυπο με το οποίο σε έκτακτες περιστάσεις (πόλεμος, φυσικές καταστροφές κτλ.) παρέχεται ορισμένη κατ’ άτομο ποσότητα τροφίμων για να αντιμετωπιστεί η ανεπάρκεια των ειδών διατροφής
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–