tunnel


tunnel
Προφορά

{‘tʌnəl}

(Ουσιαστικό)
● σήραγγα
● σήραγξ
● υπόγειος δρόμος
● τούνελ

(Ρήμα)
● κατασκευάζω σήραγγα

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.