trolley


trolley
Προφορά

{‘trɒlı}

(Ουσιαστικό)
● ηλεκτρικό τράμ
● καροτσάκι
● τροχός μεταδίδων ηλεκτρισμό εις άμαξαν

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.