total


total
Προφορά

{‘təʋtəl}

(Επίθετο)
● ολόκληρος
● συνολικός
● ολικός

(Ουσιαστικό)
● ολικό άθροισμα
● ολικό ποσό
● όλο
● σύνολο
● άθροισμα

(Ρήμα)
● συμποσούμαι
● αθροίζω

Αγγλικά Ελληνικά — Μετάφραση

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.