όνος


όνος
Προφορά

Ετυμολογία
όνος αρχαία ελληνική ὄνος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο όνος

✦ ο γάιδαρος· φρ. περί όνου σκιάς, για το τίποτα, για κάτι τελείως ασήμαντο: πολύωρη συζήτηση περί όνου σκιάς

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.