ψωμόλυσσα


ψωμόλυσσα
Προφορά

Ετυμολογία
ψωμόλυσσα ψωμί + λύσσα

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ψωμόλυσσα

✦ υπερβολική πείνα
✦ άνθρωπος πειναλέος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.