ψιχαλίζει


ψιχαλίζει
Προφορά

Ετυμολογία
ψιχαλίζει ψίχαλο

Ερμηνεία
ψιχαλίζει

✦ απρόσ. ρ. πέφτει βροχή με ψιλές, αριές σταγόνες

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.