ψηλοτάκουνος


ψηλοτάκουνος
Προφορά

Ετυμολογία
ψηλοτάκουνος ψηλός + τακούνι

Ερμηνεία
επίθετο┘ ψηλοτάκουνος -η, -ο

✦ για παπούτσια, που έχουν ψηλό τακούνι: ψηλοτάκουνες γόβες· πληθ. ουδ. ψηλοτάκουνα ως ουσ

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.