ψαλμουδιστός
Προφορά
Ετυμολογία
ψαλμουδιστός ψαλμουδίζω
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ψαλμουδιστός -ή, -ό
✦ που γίνεται με τον τρόπο που ψάλλει κανείς
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
ψαλμουδιστά:ο παπάς έπαιρνε το διάβασμα ψαλμουδιστά όπως τον Απόστολο (Π. Πρεβελάκης)