χωρώ
Προφορά
Ετυμολογία
χωρώ αρχαία ελληνική χωρέω-ῶ
Ερμηνεία
χωρώ
✦ -είς, -εί κ. -άς, -ά ρ. (χώρεσα) μπορώ να περιλάβω
✦ βρίσκω ή μπορώ να βρω θέση, σε κάποιο χώρο
✦ μπορώ να συμπεριληφθώ
✦ προχωρώ, προβαίνω: η κυβέρνησις θα χωρήσει εις την εφαρμογήν ευρυτέρου προγράμματος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–