χρυσόκολλα
Προφορά
Ετυμολογία
χρυσόκολλα αρχαία ελληνική χρυσόκολλα
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η χρυσόκολλα
✦ λεπτότατο φύλλο χρυσού
✦ (ορυκτολ.) ημιπολύτιμος λίθος με έντονο πρασινογάλαζο χρώμα, αποτελούμενος από πυριτικό χαλκό
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–