χρηματαποστολή


χρηματαποστολή
Προφορά

Ετυμολογία
χρηματαποστολή χρήματα + αποστέλλω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η χρηματαποστολή

✦ μεταφορά, ιδ. μεγάλου ποσού, χρημάτων
✦ (συνεκδ.) το μεταφερόμενο ποσό χρημάτων, τα πρόσωπα που ενεργούν τη μεταφορά: οι ληστείες χρηματαποστολών πληθαίνουν ανησυχητικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.