χρεόγραφο


χρεόγραφο
Προφορά

Ετυμολογία
χρεόγραφο αρχαία ελληνική χρεω-, αττ. τύπος, από αντιμεταχώρηση του χρηο- θ. του χρῆος (= χρέος)

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το χρεόγραφο

✦ έγγραφο που βεβαιώνει τη σύναψη χρέους και αντιπροσωπεύει χρηματική αξία

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.