χορταρικό


χορταρικό
Προφορά

Ετυμολογία
χορταρικό └ουδ┘ του επιθέτου χορταρικός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
ουδέτερο το χορταρικό

✦ ιδ. στον πληθ. τα χορταρικά, χόρτα που τρώει ο άνθρωπος, λαχανικά

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.