χορδιστής


χορδιστής
Προφορά

Ετυμολογία
χορδιστής χορδίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο χορδιστής

✦ θηλ. χορδίστρια τεχνίτης ειδικός στο κούρντισμα μουσικών οργάνων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.