χοιραδικός


χοιραδικός
Προφορά

Ετυμολογία
χοιραδικός μεταγενέστερη ελληνική χοιραδικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ χοιραδικός -ή, -ό

✦ ο αναφερόμενος στις χοιράδες
✦ που πάσχει από χοιράδωση

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.