χοή


χοή
Προφορά

Ετυμολογία
χοή αρχαία ελληνική χοή

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η χοή

✦ σπονδή από υγρό μείγμα, ιδ. μέλι, κρασί και νερό, που εκχύνεται σε τάφο για να τιμηθεί ο νεκρός

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.