χιονίστρα


χιονίστρα
Προφορά

Ετυμολογία
χιονίστρα χιόνι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η χιονίστρα

(ιατρ.) δερματοπάθεια που εκδηλώνεται στα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών, τ’ αφτιά και τη μύτη εξαιτίας της τοπικής δράσης του ψύχους

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.