χιλιομεταχειρισμένος


χιλιομεταχειρισμένος
Προφορά

Ετυμολογία
χιλιομεταχειρισμένος χιλιο- + μεταχειρισμένος

Ερμηνεία
επίθετο┘ χιλιομεταχειρισμένος -η, -ο

✦ αυτός που έχει χρησιμοποιηθεί πάρα πολλές φορές

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.