χηράμενος


χηράμενος
Προφορά

Ετυμολογία
χηράμενος χηρευάμενος

Ερμηνεία
χηράμενος

✦ -η ως επίθ. που χηρεύει, χηρευάμενος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.