χειραποσκευή
Προφορά
Ετυμολογία
χειραποσκευή χειρ + αποσκευή
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η χειραποσκευή
✦ ελαφριά ταξιδιωτική τσάντα που δεν παραδίδεται για φόρτωση στο χώρο των αποσκευών αεροσκάφους, αλλά ο ταξιδιώτης φέρει μαζί του
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–